Το Πικρό Τσάι της Ξενιτιάς

Άλκη, πες πάλι για το καπλάνι (και όχι για τον Αχιλλέα)

alkizeiΕίναι κάποιοι συγγραφείς που τους αισθάνομαι συντρόφους από τα παιδικά μου και εφηβικά μου χρόνια. Ο Καζαντζάκης ας πούμε (που με έχει αγγίξει πολύ) δεν ήταν ποτέ τέτοιος. Ήταν σαν τρομακτικός θείος που άνοιγε την πόρτα και κρυβόσουν κάτω από το τραπέζι.

Η Άλκη Ζέη όμως, η Ζωρζ Σαρή, η Διδώ Σωτηρίου (κοίτα που είναι όλες γυναίκες) ήταν παιδικές μου και εφηβικές μου φίλες. Βρίσκαμε μαζί πεταλίδες, σκάγανε τα πόδια μας από την ξυπολυσιά, διαβάζαμε ξαπλωμένες στο πάτωμα και πλέκαμε ιστορίες τα καλοκαίρια. Ανακαλύψαμε μαζί λογοτεχνία, ποίηση, παραλίες, πρώτα τσιγάρα, πρώτα φιλιά, πρώτους κινδύνους, απόηχους από άλλες εποχές, κρυμμένες πτυχές της ιστορίας.

Δεν ήταν ποτέ μεγαλύτερες. Δεν πατρονάριζαν ποτέ (όπως έκανε ο Κοντολέων ας πούμε). Ήταν μια ηλικία με μένα (ό,τι ηλικία κι αν είχα) και λαχταρούσα να τις βρω τα βράδια με το φακό κάτω από τα σκεπάσματα (πόσο με έχει μαλώσει η μαμά Δέσποινα για αυτό!)

Άμα το καλοσκεφτώ άλλη παιδική και άλλη εφηβική ηλικία έζησα, άλλες διάβασα, άλλες ονειρεύτηκα, κάποιες άλλες θυμάμαι, κάποιες άλλες γράφω, κάπως περίεργα μεγάλωσα τελικά.

Τέλος πάντων η Άλκη ήταν πάντα φίλη, όσο θυμάμαι τον εαυτό μου. Αυτό το καπλάνι της βιτρίνας το έβλεπα στον ύπνο μου, τα μάτια του γυάλιζαν από μια γωνιά του θεοσκότεινου δωματίου. ΕΥ-ΠΟ; ΛΥ-ΠΟ; ρώταγα κι εγώ την αδελφή μου τα βράδια. Κι όταν μεγαλύτερη πια διάβασα την Αρραβωνιαστικιά του Αχιλλέα έκλαιγα στο δώμα μόνη μου. Μια σκηνή μου έχει κολλήσει τόσα χρόνια, που ο Αχιλλέας της έλεγε “όχι ακόμα”, “είσαι μικρή”, “να μεγαλώσεις λίγο”, ή άλλα παρόμοια κι ήξερα κι εγώ τί σημαίνει να είσαι ολόκληρη ένα “τώρα“. Η Αρραβωνιαστικιά λόγω πολέμου, η γενιά μου λόγω απλής μικρής ξεφτισμένης εφηβείας.

Στο αεροδρόμιο της Αθήνας τη Δευτέρα βρήκα το Με μολύβι φάμπερ νούμερο δύο και το τελείωσα σήμερα, Τρίτη στο Λονδίνο. Να περνάνε στην πτήση, στο μετρό και στο λεωφορείο ο Γκάτσος, ο Κουν, η Λενούλα, η Άλκη, η Διδώ και ένα σωρό άλλοι. Να γίνονται τα Δεκεμβριανά μέσα σε ένα καφέ του Λονδίνου κι εγώ να κλαίω πάλι σα χαζό γιατί βρήκε η Άλκη τη Ζωρζ μέσα στα χαλάσματα, με το χέρι και το πόδι της σχεδόν αχρηστευμένα.

Είχα ΜΗΝΕΣ ολόκληρους να βυθιστώ τόσο σε βιβλίο (κι όσοι με ξέρουν, γνωρίζουν πόσο μου κοστίζει αυτό). Όχι, δεν λέω για κανένα αριστούργημα. Λέω για μια φίλη (ρε), που από τις Βρυξέλλες (ένα τρένο δρόμο είσαι Άλκη) θυμάται μια Αθήνα, μια Ελλάδα, μια ζωή και με πήρε από το χέρι ακόμα μια φορά να διαβάσουμε μαζί ξαπλωμένες στο πάτωμα.

Α ρε Άλκη. Πάντα και μόνο χαρές και καλοξυσμένα μολύβια.

 

 

4 comments to Άλκη, πες πάλι για το καπλάνι (και όχι για τον Αχιλλέα)

Leave a Reply

You can use these HTML tags

<a href="" title=""> <abbr title=""> <acronym title=""> <b> <blockquote cite=""> <cite> <code> <del datetime=""> <em> <i> <q cite=""> <s> <strike> <strong>