Ήταν μια φορά – ή μπορεί και δύο – να πάω στο Νεστόριο.
Να έρθω στο Νεστόριο.
Να σε (με) βρω στο Νεστόριο.
Ήταν να περπατήσω στα κρύα νερά, να αφήσω τα μαλλιά μου κάτω, να βγάλω τα μαύρα σκισμένα all star από το πίσω μέρος της ντουλάπας.
Ήταν να καπνίσεις στα κλεφτά, να σκίσεις το τζιν σου χωρίς να το θέλεις, να ξεχάσεις κάπου το κινητό σου – αλήθεια δεν ξέρεις που.
Ήταν να φορέσω τα μαύρα δέρματα στο χέρι και να κάνω ένα γύρω εφηβικό με μαύρο μολύβι στα μάτια μου.
Ήταν να βρεις εκείνο το πράσινο μπλουζάκι και να φοράς στον καρπό σου το λαστιχάκι για τα μαλλιά. Για να στο παίρνω.
Ήταν… Ήτανε λέει να είμαι εγώ, κι εσύ, και οι άλλοι, και όλοι, πάντα με μια ελαφριά μυρωδιά από μπύρα ή χασίσι. Και στη μικρή την κούραση του Σαββάτου να κάνουμε γιορτή.
Ήταν και χορδές, χορδές μεταλλικές, και μικρά αστεία της παρέας που βαρέθηκε τον εαυτό της κι επιμένει. Στην άμμο του ποταμού πλέξαμε τραγούδια.
την αναπνιά σου να γροικώ τη μέση σου να πιάσω
να σε βαστώ και να γροικώ τσι χτύπους τσι καρδιάς σου
Δεν πήγα.
Δεν ήρθα.
Δεν ξέρω πώς έγινε ακριβώς – ή μάλλον ξέρω – και στο Νεστόριο μεγάλωσα πολύ για να έρθω.
Έχουμε όλοι το δικό μας Νεστόριο… Τις καλημέρες μου Σοφία. :)
Καλημέρες :-)
“Να σε βαστώ”. Να σε κρατάω δηλαδή. Όχι να σεβαστώ.
Μα δεν είναι από τα ωραιότερα ερωτικά τραγούδια που έχεις ακούσει ποτέ;
ναι μ’ρε – κάτσε να το διορθώσω.
>> Μα δεν είναι από τα ωραιότερα ερωτικά τραγούδια που έχεις ακούσει ποτέ;
ω ναι.