Άκου.
Μπαίνεις στο αυτοκίνητο και “κάνεις τα πόδια”. Ένα γύρο. Τουλάχιστον δηλαδή, γιατί αν προλαβαίνεις κάνεις τους γύρους ξανά και ξανά, συναντάς την άσφαλτο που άφησες το πρωί το βράδυ και κάθε φορά που επιστρέφεις είσαι λίγο διαφορετικός. (Όταν επιστρέφεις δεν είναι το ίδιο με το να μην έφυγες ποτέ).
Πρώτο.
Τα beach bar επιστήμη (το έχουμε ξαναπεί, ε;), με καφέ, μουσική και κορίτσια με τα οπίσθια έξω. Για το χάζι που λένε. Τα βράδια τις συναντάς στην Καλλιθέα (δεν σκάνε κάτω από τόσο make up; Δεν λιώνουν μέχρι να ισιώσουν όλο αυτό το μαλλί;). Κάνουν δυο νύχτες πιο χαλαρές, πετάνε στον αέρα κάτι ματιές δήθεν μου αδιάφορες. Για τα αγόρια με τα μούσια. Πολλά μούσια. Να ψάχνεις παπά και να μπερδεύεσαι.
Με τυρόπιτα ή μπουγάτσα το ξημέρωμα και τον πιτσιρικά μπροστά σου να ρωτάει: “Τί; Δεν έχει κρουασάν με μερέντα; Μη με λες τέτοια!” Το λες και ποιητικό κάπως.
Α, και μέλισσες. Στις παραλίες, στα φρούτα, στο αντιηλιακό, στον καφέ, ανάμεσα από τα μαλλιά σου (μου μάλλον).
Πρώτο με Δεύτερο (στη μέση).
Μικρές ιστορίες μπλεγμένες σε κήπους με φρεσκοποτισμένο γκαζόν. Που επαναλαμβάνονται στις φωτιές που ανάβουν οι πιτσιρικάδες στις παραλίες.
“Έλα ρε Δημήτρη!” γκρινιάζουν τα κορίτσια και δίνουν ένα άγγιγμα σαν χάδι στα αγόρια του καλοκαιριού. Που λες έχω ανάψει κι εγώ φωτιές, πρώτη φορά αισθάνθηκα ότι κάνω χαλάστρα στους πιτσιρικάδες μέχρι που κάθησα στα παγκάκια και κάπως ξαναγινα δεκαέξι. Λες να παίζουν ακόμα τα παιδιά θάρρος ή αλήθεια; Να ψάχνουν για αχινούς; Να το σκάνε από τα παράθυρα αργά τη νύχτα για ένα πρώτο φιλί; Να πασαλείβουν οδοντόκρεμα τα μαξιλάρια της αντίπαλης παρέας στα μουλωχτά;
Αυτή την πουτάνα την νοσταλγία την βρίσκουν όλοι μπροστά τους ή μόνο όσοι αφήνουν τα μέρη που μεγάλωσαν πίσω; (Απάντησε μου από το φθινόπωρο και μετά).
Δεύτερο.
Χρειάζεσαι άνετα παπούτσια για να ανέβεις σαν το κατσίκι τους βράχους στις καβουρότρυπες (“Καλησπέρα σας” να πεις την ώρα που θα κατεβαίνεις στις παρέες που δεν βάζουν ράδιο για να ακούνε το ηλιοβασίλεμα).
Να φας μουσμούλια. Στο Πόρτο Κουφό. Μόνο για το όνομα. Τώρα που διαβάζεις πες το απ’έξω σου. “Μουσμούλια, μουσμούλια”. Δεν ακούγεται λίγο σαν τρυφερό υποκοριστικό; Λίγο σαν κοροϊδευτικό παρατσούκλι στην παιδική χαρά;
Το καλοκαίρι έχει ήχο και μυρωδιά. Την επόμενη φορά που θα βρεθείς στη Σιθωνία (αγάπη μου) σου εύχομαι να είναι μεσημεράκι ή απόγευμα, να κλείσεις τη μουσική, να κατεβάσεις το παράθυρο και να δεις τί φτιάχνει το Σύμπαν όταν ο ήλιος κάνει παιχνίδι μέσα από το πράσινο και τα τζιτζίκια βρίσκουν βασίλειο και το πάνε για αυτοκρατορία.
Χαλκιδική
Που εντάξει. Σαν αυτήν δεν έχει.
πλακα με κανεις Σοφια χαχαχαχα, εισαι Χαλκιδικη ενω σε διαβαζω κανα δυο χρονακια και σκεφτομαι μετεγκατασταση στο Λονδινακι.
εδω ζω , αναμεσα στα ποδια . ρωτα για Διαπορο , Αζαπικο , κτλ.
ασε το πρωτο ποδι , στο δευτερο ειναι τα καλα …
να εισαι καλα….
“Αυτή την πουτάνα την νοσταλγία την βρίσκουν όλοι μπροστά τους ή μόνο όσοι αφήνουν τα μέρη που μεγάλωσαν πίσω;”
Σποτ ον. Πολύ όμως.
Και πολύ νοσταλγία με -σχεδόν- σαφή περιοδικό κύκλο εμφανίσεων. Νοσταλγία Κονιτοπούλου πρέπει να λέγεται.
“Αυτή την πουτάνα την νοσταλγία την βρίσκουν όλοι μπροστά τους ή μόνο όσοι αφήνουν τα μέρη που μεγάλωσαν πίσω;”
ΟΛΟΙ.
Γιατί ολοι αφήnουμε κάτι πίσω: αλλος τα μέρη του, άλλος ανθρώπους, άλλος καταστάσεις…
excellent issues altogether, you just won a new reader. What would you recommend about your put up that you simply made a few days in the past? Any sure?