Το Πικρό Τσάι της Ξενιτιάς

Παύλο έλα να σου ψήσω έναν γκαϊφέ

Καφές

Μακάρι να μπορούσα να θυμηθώ από πού πήρα το “Πάντα Καλά“. Ήταν η εποχή της Καλλιδρομίου, με τις αυτοσχέδιες βιβλιοθήκες του μπαμπά και τις μικρές διακοπές στην Άνδρο όπου κανένας δεν σε θέλει (δε θέλουν τουρίστες στην Άνδρο, αλήθεια. Τους φτάνουν τα λεφτά που έχουν. Όξω!)

Να μη σου τα πολυλογώ, ετούτος ο Παύλος Μάτεσις είχε γράψει το βιβλιαράκι ετούτο που έκανα το μέγα σωστό (αλλά και το μέσα σφάλμα) να πάρω μαζί μου σε εκείνες τις διακοπές.

Στο “Πάντα Καλά“, μία γειτονιά ολόκληρη ζει την καθημερινότητα της, χωρίς να συμβαίνει τίποτα ασυνήθιστο, χωρίς να συμβαίνει τίποτα συνηθισμένο. Δεν έχει πολέμους, σεισμούς, και μεγάλα γεγονότα. Αλλά από την άλλη έχει και από τα τρία αυτά. Και πολέμους (γειτόνισα με γειτόνισα) και σεισμούς (σε παράνομα κρεβάτια) και μεγάλα γεγονότα (σε συνοικιακά κομμωτήρια).

Το “Πάντα Καλά” δεν έχει άντρες. Ή μάλλον οι άντρες που έχει είναι λίγο κομπάρσοι και λίγο καταλύτες, με τις γυναίκες να ανεβοκατεβαίνουν τα σκαλιά, να αποφασίζουν, να διατάζουν, να αλλάζουν τα πράγματα με μαλαγανιές ή με ένα φαγητό μαγειρεμένο ή με μία ιστορία από τα παλιά. Να είναι λίγο άσχετες, λίγο σχετικές, λίγο αμόρφωτες, λίγο πονηρές, λίγο πονετικές, λίγο μαγικές, λίγο εκτός εποχής – ώρες ώρες σαν παλιά γκραβούρα. Και όσο κάνουν όλο αυτά πίνουν καφέδες.

ΠΙΝΟΥΝ ΑΠΕΙΡΟΥΣ ΚΑΦΕΔΕΣ.

Ψήνουν η μία στην άλλη καφεδάκια και τα ρουφάνε με ευχαρίστηση όση ώρα θέλει να πάρει το φασολάκι το κοκκινιστό μία βράση ή να ξυπνήσει το παιδί κατουρημένο. Χύνουν με ευχαρίστηση το ντελβέ και κάθονται και περιμένουν να στεγνώσει για να πουν η μία στην άλλη το φλυτζάνι. Και παίρνονται κοσμοιστορικές αποφάσεις, αν και ποτέ δεν κατάλαβα αν πάρθηκαν με το φλυτζάνι ή με την κουβέντα ή με τη σκέψη στο ανέβα – κατέβα τις σκάλες.

Καθόμουν στο μπαλκόνι στην Άνδρο, γύριζα τις σελίδες με μανία και όλη την ώρα έκανα αμάν για ένα καφεδάκι, έναν ελληνικό με το καϊμάκι του, εγώ που ποτέ δεν έπινα ελληνικό καφέ. Με το που επέστρεψα στα Εξάρχεια πήρα και γκαζάκι και μπρικάκι και Ελληνικό καφεδάκι, χαρμάνι φρέσκο από κάποιο καφεκοπτείο προς την Αθηνάς μεριά.

Που λες Παύλο, έμαθα πως σήμερα πέθανες.

Που λες Παύλο, θα ψήσω έναν γκαϊφέ προς τιμήν σου και προς τιμήν των γυναικών σου στο “Πάντα Καλά”.

Γιατί Παύλο, οι γυναίκες σου είναι γεναίες, αληθινές, λίγο λούμπεν, πολύ φωτεινές.

Γιατί Παύλο η αλήθεια δεν κρύβεται μόνο στα μεγάλα (που καμιά φορά είναι πολύ μικρά) αλλά και στα μικρά (που καμιά φορά είναι πολύ μεγάλα).

Γιατί Παύλο ήσουν και λίγο ειρωνικός αλλά αγαπούσες βαθιά νομίζω τούτες τις ηρωίδες που τρέμαν τα χέρια τους από την πολύ καφεϊνη.

Γιατί Παύλο, μου έδωσες ελπίδες ότι οι μικρές ιστορίες έχουν κι αυτές φωνή.

‘Αντε και καλό ταξίδι – γιατί το “στην υγεία σου” δεν πάει.

 

1 comment to Παύλο έλα να σου ψήσω έναν γκαϊφέ

  • m.

    Πολύ το χάρηκα το άρθρο σου, Σοφία, κι ας είναι με την αφορμή που είναι. Εγώ τον Μάτεσι τον διάβασα πρώτη φορά στη Μητέρα του Σκύλου, καταπληκτικό βιβλίο αλλά τόσο συγκλονιστικό που με τρόμαξε, δεν τολμούσα να τον ξαναψάξω. Το Πάντα Καλά μου αλάφρυνε την ψυχή. Αν πέσει στα χέρια σου και το Graffito, μην το χάσεις.

    Καλό ταξίδι κι από μένα στον Παύλο, με όλη μου την καρδιά.

Leave a Reply to m. Cancel reply

You can use these HTML tags

<a href="" title=""> <abbr title=""> <acronym title=""> <b> <blockquote cite=""> <cite> <code> <del datetime=""> <em> <i> <q cite=""> <s> <strike> <strong>