Βαγγελίστρα μου τί πέρασα σήμερα πάλι η θεία Σοφία. Αφού καμιά φορά λέω ότι έχω blog και με έχει πάρει χαμπάρι η μοίρα και μου τα στέλνει τα ευτράπελα επί τούτου.
Γυρνάω σήμερις στο σπίτι κατά τις τέσσερις και αρχίζω τις δουλειές. Διάβασα, έγραψα, έφαγα, έκανα και κάτι τυροπιτάκια (δεν βιντεοσκόπησα, don’t ask).
Κατά τις 8.30 το βραδάκι ζαλώνομαι τα σκουπίδια και κατεβαίνω να τα πετάξω. Κάτι όμως λείπει από τη μπροστινή αυλή αλλά I can’t quite put my finger on it. Έχω δε και μια αυτόματη αντίδραση διότι είχαμε και μια μεγάλη μηχανή του γείτονα την οποία πούλησε και πάντα μου φαίνεται λίγο άδεια η αυλή αυτές τις μέρες. Απόψε όμως ήταν πιο άδεια από ότι συνήθως. Έλειπε ο Φράνκι (εκ του Φρανκεσταϊν) – δηλαδής το μηχανάκι μου (βλέπε μεγαλειώδη φωτογραφία άνωθεν).
Στέκομαι ολίγο ωσάν την ηλίθια με τα σκουπίδια στο χέρι. Λέω ‘δε μπορεί θα λαθεύω’ και πάω προς τον κάδο στην αυλή. Πετάω τα σκουπίδια, βάζω και τα άλλα στον κάδο της ανακύκλωσης και περπατάω πάνω κάτω στο σημείο που είχα το μηχανάκι (μήπως ας πούμε κάποιος το είχε περάσει με άζαξ που τα κάνει αόρατα).
Απογοητευμένη, θιγμένη, εκνευρισμένη και πολύ πολύ σοκαρισμένη κάνω τα εξής στη σειρά: Παίρνω τηλέφωνο τον άνθρωπο μου, την αστυνομία, την ασφάλεια, τη μάνα μου. Τη μαμά Δέσποινα φυσικά δεν ήταν καμιά ανάγκη να την πάρω αλλά κάπου πρέπει να κλαίγομαι και κάποιον πρέπει να αισθάνομαι ότι ανησυχώ αρκούντως έτσι ώστε και κάποιος άλλος να μείνει άυπνος από νεύρα.
Πού και πού πάω στο παράθυρο και στέκομαι και κοιτώ την αυλή μπας και το μηχανάκι εμφανιστεί από μόνο του. Πού τέτοια τύχη.
Κατά τις 10.30 (ΤΟ ΙΔΙΟ ΒΡΑΔΥ ΛΕΜΕ) χτυπάει το τηλέφωνο και είναι ευγενέστατος μπάτσος από το αστυνομικό τμήμα της περιοχής που είχα καλέσει νωρίτερα. Α, σκέφτομαι θα με έχει πάρει να μου πει τον κωδικό του εγκλήματος (σου δίνουν έναν κωδικό για να ξέρεις, για τα αρχεία ας πούμε). Φευ, ο ευγενέστατος μπάτσος με πληροφορεί ότι δύο συνάδελφοι του με περιμένουν στην πόρτα. Οι συνάδελφοι τώρα έχουν ξεσηκώσει και τους γειτόνους οι οποίοι νομίζουν ότι κάτι έκαμα η καλτάκα και ήρθαν να με συλλάβουν. Αφού το λύνουμε κι αυτό πάω με τους δύο μπάτσους στον παραπάνω δρόμο όπου το μηχανάκι στέκει παρατημένο με σπασμένο το μπροστινό πώς το λένε τώρα που συνδέει το τιμόνι με τον τροχό (ναι είμαι άσχετη, μόνο το καβαλάω, για τα άλλα έχω προσωπικό μηχανικό).
Οι κλέφτες τώρα – πιτσιρικάδες υποπτεύομαι – έχουν κάνει την εξής μαγκιά. Το σηκώσαν, το πήγαν μέχρι τον παραπάνω δρόμο και προσπάθησαν να παραβιάσουν την κλειδαριά. Αδίκως. Κάποιο σαίνι ανάμεσα τους έφερε και ένα τσαπί (μα την παναγία σας μιλάω, τσάπα) και αποφασίσανε να σπάσουν την αλυσίδα. Είναι δε τόσο μαλάκες που αντί να χτυπάνε την κλειδαριά αυτή καθαυτή προσπαθήσαν να κόψουν την αλυσίδα. Η οποία έχει ξέρεις, σίδερα επιστρωμένα με άλλα σίδερα, επιστρωμένα με κάτι επιστημονικά υλικά, ούτε ξέρω. Καταφέρανε που λες – αντί να σπάσει η αλυσίδα (βράχος, οι καλύτερες 50 λίρες που έχω ξοδέψει) να σπάσει το χερούλι από το τσαπί. Τσκ τσκ τσκ τσκ.
Οι ευγενέστατοι μπάτσοι λοιπόν (long live the London Metropolitan Police) με βοηθήσαν να το φέρω στην αυλή, να το ξανακλειδώσω, να το σκεπάσω και συζητήσαμε λίγο για το πώς να το προστατεύω καλύτερα. Ειλικρινά, κάθε φορά που έχω να κάνω με αστυνομία στη Βρετανία δε μπορώ να μην εντυπωσιάζομαι από την ταχύτητα, την ευγένεια και την οργάνωση τους.
Κάτι πρέπει να γίνει και με τους κλέφτες όμως διότι ποιοτικώς έχουν πάρει την κατιούσα.
Ταύτα που λέτε απόψε. Ζω μία διαρκή παράκρουση.
…εκτος οτι με τρελαινει ο τροπος που γραφεις…
…ενα εχω να πω[ναι εκανα μαλακια πριν]….αυτα να τα βλεπουν τα δικα μας τα μπατσαρια εδω …..που σε αντιστοιχη περιπτωση ουτε τον γυρο του τετραγωνου δεν θα εκαναν…ασχολουνται μονο με την τρομοκρατια [και καλα]…ειναι η νεα μας μοδα…..
καλά ας μη το πιάσουμε το θέμα τρομοκρατία κι εδώ μια παράνοια την έχουμε.
«Γυρνάω σήμερις στο σπίτι κατά τις τέσσερις και αρχίζω τις δουλειές. Διάβασα, έγραψα, έφαγα, έκανα και κάτι τυροπιτάκια»
Εγώ γιατί χρειάζομαι ένα απόγευμα για το καθένα από αυτά;
επειδή είσαι λογικός άνθρωπος ενώ εγώ είμαι σε παράκρουση
Ένα απο τα πολλά πράγματα που μου λείπει απο τη Μεγ. Βρετανία είναι και ο χειρισμός του κράτους απέναντι στις καθημερινές ανάγκες μου (μιλάω μόνο για τη καθημερινότητα. Δεν έχω ζήσει αρκετά για να εμβαθύνω σε άλλους τομείς). Τα πάντα κυλούσαν “ομαλά”. Και αν κάποιος έχει ζήσει και εκεί και εδώ μπορεί να καταλάβει τη διαφορά με το “εδώ” όπου τα πάντα κυλούν “ανώμαλα”.