Το Πικρό Τσάι της Ξενιτιάς

Τα στεφάνια στην κηδεία πήγαιναν μπροστά

Δε θέλω να σου πω για τη γιαγιά μου (μας), που την πρόλαβα(με) από καθαρή τύχη. Άλλη ώρα αυτά που δεν θα πονάει.

Αλλά θα σου πω κάτι άλλο.

ΑΠΟ ΤΩΡΑ γράψε σε ένα χαρτί και κόλλα το στον τοίχο ότι ΔΕ ΘΕΣ να σε ξενυχτήσουν, διαβάσουν, λουλουδολούσουν, να σου καίνε λιβάνια και καντηλάκια, να σε πάνε με τα πόδια στην εκκλησία και το νεκροταφείο, να βάλουν πιάτο κάτω από το φέρετρο, να το σπάσουν μετά όταν θα σε βγάζουν από το σπίτι, να καλύψουν τους καθρέφτες, να ξεκρεμάσουν τα κάδρα με παιδιά, να σου καλύψουν το πρόσωπο όσο είναι νύχτα, να σερβίρουν καφέ – λικέρ – ελίτσες σοκολατένιες, να βγάλουν καρέκλες, να έρθει ο παπάς που θα τα λέει γρήγορα και από μέσα του, να ξανάρθει, να τα ξαναπεί, να σου βάλουν ένα σάβανο με το Χριστό σε φτηνή εκτύπωση πάνω, να ρωτάνε τους δικούς σου αν θέλουν λίγο από αυτό το φτηνιάρικο πράμα πριν κλείσουν το φέρετρο (πες τους να φωνάξουν ΟΧΙ), να έρθει το χωριό, να λέει Ο ΚΑΘΕ ΕΝΑΣ ΤΗ ΜΑΛΑΚΙΑ ΤΟΥ ΓΙΑ ΤΟ ΠΩΣ ΓΙΝΟΝΤΑΙ ΟΙ ΚΗΔΕΙΕΣ και οι δικοί σου να πρέπει να τα κάνουν μέσα στο μούδιασμα του θανάτου σου, να σου αγοράσουν στεφάνια με κορδέλες πλαστικές που επάνω γράφουν “στην αγαπημένη μας σύζυγο, μητέρα, θεία” με ΧΡΥΣΟ ΜΑΡΚΑΔΟΡΑΚΙ ΠΟΥ ΓΡΑΦΑΜΕ ΣΤΑ ΘΡΑΝΙΑ ΚΑΠΟΤΕ, να τα πηγαίνουν τα στέφανα μπροστά τα ανίψια σου, μετά εσύ μέσα στη νεκροφόρα, να σε ακολουθούν από πίσω κλαίγοντας οι κοντινοί σου και τους κοντινούς να τους στηρίζουν άλλου κοντινοί που και αυτοί θέλουν στήριξη αλλά ΜΑΣ ΣΩΘΗΚΑΝ ΤΑ ΧΕΡΙΑ ΝΑ ΣΤΗΡΙΖΟΥΝ ΚΑΙ ΚΑΝΑΜΕ ΟΤΙ ΜΠΟΡΟΥΣΑΜΕ.

Πες το από τώρα.

Γιατί αυτές τις μέρες σκέφτομαι ότι από τον πόνο της κηδείας δεν έχουμε προλάβει να νιώσουμε τον πόνο του θανάτου.

 

 

———————————–
Μην αφήσεις σχόλιο. Στείλε mail. Μπορεί να μην απαντήσω αλλά σε ευχαριστώ που το σκέφτηκες. 

 

Comments are closed.